‘…Και πάλι θα λατρέψει τη γυναίκα και θα την πλαγιάσει πάνου στα χόρτα καθώς που ετάχθη.Και θα λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση, και θα σπείρουνε γενεές στους αιώνες των αιώνων!’
(από το Προφητικόν, To Άξιον Εστίν, Οδ. Ελύτης, 1959)
‘Θα ήθελα να σηκωθώ επάνω και να κυρήξω την αγάπη του Θεού με ένα χρησιμοποιημένο προφυλακτικό αντί για τον Εσταυρωμένο στο χέρι’ *. Αυτή είναι η βέβυλη (εσωτερική) κραυγή του πατρός Joseph Flynn, του μοιραίου ήρωα της νουβέλας του Stephen Hough ‘The final Retreat’ **. O Hough, ένας από τους πιο σημαντικούς κλασικούς πιανίστες των καιρών μας, στην πρωτόλεια αυτή απόπειρα συγγραφής αναφέρεται σ’ένα οικείο για εκείνον θέμα: σε έναν Καθολικό ιερέα, ομοφυλόφιλο, που έχει πολλαπλές σεξουαλικές σχέσεις εν κρυπτώ και παραβύστω, μέχρις ότου πέφτει θύμα εκβιασμού ενός εκ των εραστών του και τελικώς οδηγείται στη ‘λύτρωση’ μέσα από την αυτοκτονία. Το βιβλίο αποτελεί ένα ημερολόγιο των σκέψεων του ιερέα λίγο πριν το τέλος, καθώς βρίσκεται απομονωμένος σ’ένα μοναστήρι, όπου ο επίσκοπός του τόν έχει στείλει για περισυλλογή και μετάνοια, μετά την εκούσια αποκάλυψη για το σεξουαλικό του παρελθόν και τον εκβιασμό. Το ενδιαφέρον του βιβλίου είναι ότι κάθε κεφάλαιο όπου ο Flynn περιγράφει τις ‘ανόσιες’ σχέσεις του εναλλάσεται μ’ ένα κεφάλαιο όπου ο ήρωας προσπαθεί απεγνωσμένα να κατανοήσει τη θεολογία πίσω από την απόρριψη και δαιμονοποίηση της σεξουαλικότητας από την (Καθολική) εκκλησία. Αλήθεια, βλέπει η Xριστιανική πίστη την ηδονή της σαρκικής ένωσης ως ‘μίασμα’ και γιατί; Δεν είναι κάτι τέτοιο παρά φύσιν αλλά και εξαιρετικά βάναυσο για τον άνθρωπο; Αφού ο Θεός ‘ἀγάπη ἐστίν’, πώς είναι δυνατόν να επιτρέπει κάτι τέτοιο; Ή μήπως το μήνυμα του Χριστού και της πρώτης εκκλησίας έχει παραχαραχθεί στο βωμό της φιλοδοξίας εγκόσμιων εξουσιών; Γιατί άραγε η ομοφυλοφιλία ειδικότερα να αποτελεί αμαρτία και ποιά η θέση της Εκκλησίας ως προς αυτήν; Τέλος, ποιά είναι αληθινά η στάση των προχριστιανικών Ελλήνων φιλοσόφων στα θέματα αυτά; Πολλά τα ερωτήματα και δυσεύρετες οι απαντήσεις, όπως σχεδόν πάντοτε.
Ο Αριστοτέλης, στα Ηθικά Νικομάχεια *** μάς λέει ότι η αρετή είναι ‘ἠθική μεσότης’. Το μέτρο και η μέση οδός είναι πάντοτε αυτή που θα οδηγήσει στο στόχο, στο τέλος, που δεν είναι άλλος από την ευδαιμονία· τέλος ἀνθρωπίνων εὐδαιμονία. Αλλιώς ο άνθρωπος αμαρτάνει ‘καθάπερ τοξόται σκοπόν ἔχοντες’. Αμαρτία είναι λοιπόν η αστοχία, η αποτυχία επίτευξης του τέλους. Αυτό ισχύει για όλες σχεδόν τις ανθρώπινες πράξεις και χαρακτηριστικά, εκτός αυτών που είναι de facto για τον Αριστοτέλη κατακριτέα, όπως είναι η φαυλότητα, η επιχαιρεκακία, η αναισχυντία, ο φθόνος, η μοιχεία, η κλοπή κι η ανδροφονία. Έτσι, εάν κάποιος, παραδείγματος χάριν, οργίζεται με το παραμικρό ονομάζεται ‘ὀργίλος’ και δεν μπορεί να φτάσει στην αλήθεια της ευδαιμονίας. Ομοίως κι αυτός που δεν οργίζεται ποτέ, ο ‘ἀόργητος’ . Την μεσότητα και επομένως την αρετή επιτυγχάνει ο ‘πράος’, που δεν είναι αυτός που δεν οργίζεται ποτέ, αλλά αντίθετα αυτός που οργίζεται την κατάλληλη στιγμή, για τον κατάλληλο λόγο, εναντίον του κατάλληλου προσώπου και με την πρέπουσα ένταση. Στη διαχείρηση των χρημάτων υπάρχει ο ‘ἄσωτος’ που ξοδεύει χωρίς φειδώ και σκέψη, ο ‘ἀνελεύθερος’, δηλαδή ο τσιγγούνης και στην μέση ο ‘ἐλευθέριος’ που ξέρει να προσφέρει, αλλά τη σωστή στιγμή, στο κατάλληλο πρόσωπο και υπό τις κατάλληλες προϋποθέσεις. Στο θέμα που μάς απασχολεί εδώ, δηλαδή στις ηδονές της σάρκας, υπάρχει ξανά ένα ανάλογο τρίπτυχο. Ο ‘ἀκόλαστος’ που δεν αυτοπειθαρχείται στην ηδονή, ο ‘αναίσθητος’ που απέχει εξ’ολοκλήρου των ηδονών ‘ὥσπερ οἱ ἀγροῖκοι’, ενώ στην μέση βρίσκεται ο ‘σώφρων’, αυτός που ξέρει πότε και πώς να ελέγχει τις ορμές του και πότε να υποκύπτει σε αυτές (βιβλίο ΙΙ, ii, 14-15). Ο Αριστοτέλης μάς δίνει ένα έξοχο παράδειγμα παρμένο από την Ιλιάδα, προκειμένου να κατανοήσουμε τη στάση που οφείλει να έχει ο άνθρωπος έναντι των ηδονών. Όταν οι δημογέροντες των Τρώων επάνω στα τείχη της πόλης βλέπουν την Ελένη να πλησιάζει αγέρωχη προς αυτούς σιγοψιθυρίζουν μεταξύ τους: ‘Κρίμα δεν έχουν οι Αχαιοί, δεν έχουν κρίμα οι Τρώες, χάριν ομοίας γυναικός τόσον καιρόν να πάσχουν, τωόντι ομοιάζει ωσάν θεάς η τρομερή θωριά της, αλλά και ως είναι ασύγκριτη, καλύτερα να φύγει, παρά να μείνει συμφορά σ’εμάς και στα παιδιά μας’ (Ιλιάδα, Γ’ 156-160, μετάφραση Ιακ. Πολυλά). Οι σοφοί πρεσβύτες συγκινούνται από το κάλλος, θαυμάζουν την ομορφιά, σκιρτούν μέσα τους παρά την προχωρημένη ηλικία, αλλά τελικώς πρυτανεύει η λογική, ο ορθός λόγος, που διαχωρίζει τον άνθρωπο από τα κτήνη. Λίγο παρακάτω, στο βιβλίο Χ, ο Αριστοτέλης θα μάς πεί ότι υπάρχουν κι άλλες ηδονές πλην των σαρκικών και μάλιστα ‘ανώτερες’ και ‘ανώτατη’ όλων είναι η φιλοσοφία. Περίπου στον ίδιο άξονα κινούνται και οι Στωικοί φιλόσοφοι αναφορικά προς το θέμα. Δεν καταδικάζουν τη σάρκα, αλλά προκρίνουν το πνεύμα, το ‘ηγεμονικόν’, τη θεία ουσία του ανθρώπου. Όσον αφορά στην ομοφυλοφιλία, ο Αριστοτέλης κάνει μια πολύ σύντομη αναφορά, κατατάσσοντας την στις ‘νοσηματώδεις ἕξεις’ (βιβλίο VII, v, 2-5). Έως εκεί.
Στο Ευαγγέλιο δεν είναι πολλά τα σημεία όπου ο Χριστός αναφέρεται άμεσα στο θέμα. Στον Ματθαίο (19, 2-12) βρίσκεται ίσως το πιο διαφωτιστικό και αποκαλυπτικό εδάφιο, όταν οι Φαρισαίοι πειράζοντας τον Ιησού Τόν ρωτούν εάν επιτρέπεται ένας άντρας να χωρίσει την γυναίκα του. Εκεί ο Χριστός αναφέρει ότι όταν παντρεύονται δυο άνθρωποι ‘ ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν’ και ‘ὅ οὖν ὁ Θεός συνέζευξεν ἄνθρωπος μὴ χωριζέτω’, αναπόσπαστες φράσεις της ακολουθίας του γάμου στην Εκκλησία μέχρι τις μέρες μας. Και παραπέρα τονίζει ότι είναι μοιχεία να χωρίζει κανείς και να παντρεύεται άλλον/άλλην. Μόνη εξαίρεση ‘ἐπί πορνείᾳ’. Τότε οι μαθητές Του ανανωρίζοντας τις δυσκολίες του θέματος Τόν ρωτούν μήπως θα ήταν καλύτερα να μένει κανείς άγαμος και ο Χριστός απαντάει: ‘οὐ πάντες χωροῦσι τὸν λόγον τοῦτον’. Υπάρχουν ευνούχοι, λέει ο Κύριος, που γεννήθηκαν έτσι εκ φύσεως, άλλοι που τούς ευνούχισαν οι άνθρωποι και τέλος όσοι ‘ευνούχισαν’ τους εαυτούς τους, προκειμένου να κερδίσουν την βασιλεία των ουρανών. Δεν έχουν όμως όλοι οι άνθρωποι το χάρισμα να πράξουν το τελευταίο. Κι η καταληκτική στη συζήτηση αυτή φράση Του είναι: ‘ὁ δυνάμενος χωρεῖν χωρείτω’. Φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς και την άκρα συγκατάβαση κι αγάπη του Χριστού στις πόρνες. Για τους τελώνες και τις πόρνες, για τους αμαρτωλούς, μάς λέει το Ευαγγέλιο, έρχεται ο Χριστός στον κόσμο· αυτούς να σώσει πρώτους. Εδώ έγκειται ίσως και μια ουσιώδης διαφορά της Χριστιανικής ηθικής από την Αριστοτελική. Η Χριστιανική προοπτική είναι ακραία. Μάς μιλάει για την ‘εσχάτη πτωχεία᾽, την ‘άκρα ταπείνωση’, την αγάπη για τους εχθρούς μας, την εγκατάλειψη των πάντων και την πορεία στον τραχύ δρόμο, ‘ακρότητες’ που μάλλον θα φάνταζαν το λιγότερο παράλογες σ’έναν Αριστοτέλη. Το επιβεβαιώνει ο Παύλος αλλού, όταν λέει ότι ο Εσταυρωμένος Χριστός αποτελεί ‘…Ἰουδαίοις μὲν σκάνδαλον, Ἕλλησι δὲ μωρίαν…’. (Κορινθ. Α’, 1, 23-24). Στο θέμα της σάρκας, όμως, η διδασκαλία του Χριστού και κατ’επέκταση του Παύλου δεν φαίνεται να είναι τόσο ακραία· φαίνεται να υπάρχει αρκετή συγκατάβαση. Ο Παύλος στην πρώτη προς Κορινθίους επιστολή εξηγεί περισσότερο. ‘Καλόν ἀνθρώπῳ γυναικὸς μὴ ἅπτεσθαι’ (7, 1), αλλά κατανοεί ότι δεν μπορεί ο καθένας να επιτύχει αυτόν τον στόχο. Φυσικά κατανοεί επίσης, χωρίς να το λέει, ότι σύντομα το ανθρώπινο γένος θα εξαφανιζόταν, εάν όλοι ακολουθούσαν τη συμβουλή του. Έτσι, συμβουλεύει τον κάθε άνδρα να έχει τη γυναίκα του και κάθε γυναίκα τον άνδρα της. Είναι ενδιαφέρον ότι δεν προτάσσει την τεκνοποιία ως απώτερο στόχο της σύζευξης, αλλά αντίθετα την ‘κατάσβεση’ της σαρκικής επιθυμίας. Δεν θα πρέπει, μάς λέει, να στερεί ο ένας σύντροφος τον εαυτό του από τον άλλον, παρά μόνο όταν υπάρχει κοινή επιθυμία για κάτι τέτοιο κι από τους δύο. Ο λόγος που επικαλείται ο Παύλος, προκειμένου να δικαιολογήσει την προτίμησή του σε μιαν οδό αγαμίας, είναι ότι έτσι μπορεί κανείς να αφιερώσει τη ζωή του απερίσπαστος στην προετοιμασία για τη βασιλεία των ουρανών, ειδάλλως η μέριμνά του επικεντρώνεται στις βιοτικές ανάγκες και στην οικογένειά του. Το επιστέγασμα είναι η φράση: ‘ὁ ἐκγαμίζων καλῶς ποιεῖ, ὀ δὲ μὴ ἐκγαμίζων κρεῖσσον ποιεῖ᾽ (7, 38). Κι εδώ λοιπόν συνεχίζεται η προτίμηση στο πνεύμα έναντι της σάρκας, αλλά με λίγο πιο ‘ακραίο’ τρόπο, αφού χάνεται η πίστη στο μέτρο και την ηθική μεσότητα, χωρίς παρά ταύτα να διαφαίνεται ίχνος απολυτότητας ή κανονιστικών εντολών. Χωράει αρκετό νερό το κρασοπότηρο του Παύλου…
Τότε πώς αλήθεια φθάσαμε στο να αποτελεί η συνουσία αμαρτία; Πώς φθάσαμε στην υποχρεωτική αγαμία για τους ιερείς της Καθολικής εκκλησίας και τους επισκόπους της Ορθόδοξης; Πώς, να πάρει η ευχή, φθάσαμε σε κανόνες όπως αυτοί της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου (Κων/πολη 692 μΧ), όπου επιβάλλεται η αποχή από την ερωτική μίξη για κάποιες μέρες προ της μετάληψης της Θείας Κοινωνίας ή απαγορεύεται στην γυναίκα να μεταλαμβάνει κατά την έμμηνο ρύση ή ακόμη η λεχώ θεωρείται μιαρή και ακάθαρτη, έως ότου διαβαστούν οι ευχές του ‘σαραντισμού’; Ο Χρήστος Γιανναράς στο βιβλίο του ‘Ενάντια στη θρησκεία’ αναφέρεται στο θέμα και προσφέρει μιαν ερμηνεία ****. Kαταλυτικό ρόλο σε μια τέτοια φαλκίδευση φαίνεται ότι έπαιξε ο Αυγουστίνος, ένας λατινομαθής επίσκοπος του 4ου μΧ αιώνα, που δεν γνώριζε Ελληνικά προκειμένου να διαβάσει τους σύγχρονούς του Πατέρες (και ειδικώς τους Καππαδόκες), κι ο οποίος έπλασε μιαν εκδοχή της Χριστιανικής πίστης βασισμένη σε τρεις άξονες, που έμελλε να αποτελέσουν έως και σήμερα τις ράγες πάνω στις οποίες κινήθηκε και εν πολλοίς ακόμη κινείται η Δυτική σκέψη. Πρώτος άξονας είναι ο ατομοκεντρισμός, από όπου γεννήθηκε η ανάγκη του ανθρώπου για ατομική σωτηρία, αλλά κι η έννοια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αργότερα και πάνω στον οποίο στηρίχθηκαν ο Διαφωτισμός και η Γαλλική επανάσταση. Δεύτερο άξονα αποτέλεσε η νοησιαρχία, δηλαδή η κυριαρχία της ατομικής διάνοιας κι ο εξοβελισμός της σχέσης και της κοινής εμπειρίας ως κριτήριο επαλήθευσης της πραγματικότητας. Και τέλος, ο μανιχαϊσμός, η στυγνή διάκριση ανάμεσα στο καλό και στο κακό, η απόρριψη των αποχρώσεων, της διαφοροποίησης, της ετερότητας και της κατ’οικονομίαν συγκατάβασης. Ειδωμένο μέσα από ένα τέτοιο πρίσμα το Ευαγγέλιο μετατρέπεται σε νομικό κώδικα, τις ‘διατάξεις’ του οποίου οφείλει αυστηρά να τηρεί ο άνθρωπος, εάν θέλει να αποφύγει το αΐδιο μαρτύριο στην Κόλαση. Η τήρηση των ‘νόμων’ αντίθετα επιβραβεύει τον άνθρωπο με την εισόδό του στην τρυφηλότητα του Παραδείσου. Έτσι, ο Θεός παύει να κοινωνείται, εξορίζεται στον ουρανό, γίνεται ένας βλοσυρός κριτής, η σχέση μαζί Του μετατρέπεται σε ένα άηθες ‘δοῦναι καὶ λαβεῖν’ και κάθε χαρά για τη ζωή γίνεται εκατόμβη στην εμμονή της ορθότητας και της νομοτάγειας. Είναι κατ’ακρίβειαν ένα πισωγύρισμα στον εβραϊκό Μωσαϊκό Νόμο (Τorah), σαν να μην υπήρξε ποτέ ενδιάμεσα ο Χριστός και το μήνυμα της αγάπης Του. Αυτό το ‘τοξικό’ πνεύμα του Αυγουστίνου αλλά και των συνεχιστών του φαίνεται ότι διείσδυσε και στην Ανατολική εκκλησία οδηγώντας σε κανόνες Οικουμενικών συνόδων, όπως αυτοί που προανεφέρθησαν. Η αποκρυστάλλωση και επικράτηση του jus divinum στη Δύση φαίνεται να συντελέστηκε όμως τον 8ο αιώνα από τον Καρλομάγνο. Όταν ο ‘πατέρας της Ευρώπης’ υπέταξε Φράγκους, Γότθους, Ούνους, Βουργουνδούς, Βάνδαλους, Λογγοβάρδους και λοιπά βάρβαρα στίφη, δημιουργήθηκε ένα πελώριο κρατικό μόρφωμα στα δυτικά της Βυζαντινής αυτοκρατορίας με ελάχιστη συνοχή. Θα έπρεπε λοιπόν να βρεθεί ή να ανακαλυφθεί ένας συνεκτικός δεσμός μεταξύ όλων αυτών των ετερόκλητων φύλων, που να γεννάει μια έστω και τεχνητή αίσθηση ενότητας αλλά ταυτόχρονα και να διαφοροποιεί το νέο βασίλειο από το αντίπαλον δέος, την Ανατολική, Ελληνόθροη και Ορθόδοξη αυτοκρατορία. Τότε ανασύρθηκε από την λήθη ο Αυγουστίνος και το πνεύμα του νομικισμού, ως κάτι εμφανώς διάφορο από την Ανατολική θεώρηση. Στο ίδιο αυτό πνεύμα κινήθηκαν και άλλες αντιλήψεις της Δύσης, όπως πχ η Προτεσταντική ιεροποίηση της εργασίας· ο Αδάμ διέπραξε το προπατορικό αμάρτημα και ο Θεός τον εξεδίωξε από τον Κήπο της Εδέμ και τού ‘επέβαλε’ ως τιμωρία το να εργάζεται προκειμένου να κερδίσει την επιβίωσή του. Κι έτσι όσο περισσότερο εργάζεται ο άνθρωπος τόσο περισσότερο αξιώνεται και την ίδια στιγμή εξιλεώνεται για το αμάρτημά του. Η εργασία άλλωστε ελευθερώνει… Arbeit macht frei… Στο ίδιο πνεύμα κι η εμμονή σε μια υποκριτική φιλανθρωπία· προσφέρω προκειμένου να μπορώ μετά με τη σειρά μου να ζητήσω ως αντάλλαγμα τη σωτηρία και την αποφυγή της φρικτής αιώνιας τιμωρίας. Σ’ένα τέτοιο πνεύμα δεν προξενεί καμμιά εντύπωση ότι η απόλαυση της σαρκικής συνεύρεσης καταδικάστηκε κι η αγαμία αποθεώθηκε. Το ‘ὁ δυνάμενος χωρεῖν χωρείτω’ του Ναζαρηνού καταπλακώθηκε στα συντρίμμια της θυσιαστικής για τον άνθρωπο θεϊκής αγάπης, που η ίδια η Δύση γκρέμισε.
Ένα από τα αποτέλεσματα της παραπάνω αλλοίωσης, αυτού του παρά φύσιν εγκλήματος καθοσιώσεως, που βασάνισε και βασανίζει εκατομμύρια ανθρώπων, δεν είναι άλλο από τα κρούσματα παιδοφιλίας και σεξουαλικών παρενοχλήσεων στους κόλπους της Καθολικής κι όχι μόνον εκκλησίας, που διαρκώς βλέπουν τα φώτα της δημοσιότητας στις μέρες μας. Με τα λόγια του Flynn ξανά: ‘ …ο προορισμός μου (ο Παράδεισος) θα είναι εξασφαλισμένος ή έτσι τουλάχιστον με βεβαιώνουν οι πνευματικοί μας ηγέτες. Η παραδοσιακή Καθολική μέθοδος της αφοσίωσης με την άτεγκτή της σκληρότητα έχει ακονιστεί μέσα από αιώνες αγίων. Παραμερίζει την ανθρώπινη φύση επιβάλλοντάς της ένα πλαίσιο που είναι πέραν αυτής. Επιχειρεί να τήν στεριώσει με μιαν ακίνητη, ανένδοτη, άφθαρτη λάμα τιτανίου κάτω από την σάρκα της. Μόνο που σε πάρα πολλές περιπτώσεις το πλαίσιο στηρίζει ένα μέλος που βρίσκεται ήδη σε αποσύνθεση, πλήρες ακάθαρτου αίματος και δυσωδίας. Πρέπει να καταρρεύσουμε, για να ξαναβρούμε την ανθρώπινη φύση μας…και να σηκωθούμε ξανά. Πολύ συχνά μού φαίνεται ότι οι άγιοι περπάτησαν πάνω σε ξυλοπόδαρα’ *. Kαι λίγο παρακάτω φωτίζεται για μια στιγμή κι αντικρίζει καθαρά την αλήθεια: ‘…Αβραάμ και Ισαάκ. Ακριβώς όπως ήταν απολύτως αδύνατον να θέλει ο Θεός τον Αβραάμ να σκοτώσει τον γιο του, έτσι και η ιδέα της δημιουργίας ενός σύμπαντος που θα ήταν δυνατό να πάει κανείς στην Κόλαση είναι…αδύνατη. Αδύνατη! Α, μα βέβαια αυτό είναι! Αυτή είναι η λύση στο αρχαίο αίνιγμα. Η εσωτερική επανάσταση, το επώδυνο ‘όχι’ μέσα στην καρδιά του Αβραάμ στην εντολή να σκοτώσει τον γιο του ήταν αυτό που ήθελε να ακούσει ο Θεός…‘‘εάν επιλέξεις να αντιταχθείς στο θέλημά μου αντί να κάνεις αυτό το φρικτό έγκλημα, τότε μπορούμε να είμαστε αληθινά φίλοι. Είναι ένα παιχνίδι, μα δεν το βλέπεις…όταν φωνάζεις ‘όχι’ σε μια τέτοια αποτρόπαιη πράξη, τότε μιλάς με τη δική μου φωνή’’᾽. Ο Flynn αναρωτιέται γιατί να μην μπορεί ένας επίσκοπος να έχει το θάρρος να φωνάξει ότι είναι ομοφυλόφιλος αλλά την ίδια στιγμή να δίνει τον αγώνα του να κρατηθεί στην παρθενία. Να μην υποκρίνεται ότι είναι τέλειος, αλλά αντίθετα να αγωνίζεται προκειμένου να γίνει. Τί είναι όμως εκείνο που κάνει την χριστιανική πίστη να αντιτάσσεται ειδικώς στην ομοφυλοφιλία; Εάν η σύζευξη δυο ανθρώπων γίνεται διότι δεν διαθέτουν το χάρισμα της παρθενίας και σκοπό έχουν να ικανοποιήσουν την ακατανίκητη σαρκική επιθυμία τους, γιατί κάτι τέτοιο να μην ισχύει και για ένα ομοφυλόφιλο ζευγάρι; Ο Παύλος τοποθετεί την ομοφυλοφιλία στη σειρά εκείνη των παθών που αποτρέπουν τη βασιλεία των ουρανών ‘…οὔτε μαλακοὶ οὔτε ἀρσενοκοῖται…βασιλείαν Θεοῦ…κληρονομήσουσι’ (Α’ Κορινθ., 6, 10-11). Είναι άραγε το γεγονός ότι δεν μπορεί μια ομοφυλοφιλική σχέση να οδηγήσει σε ‘καλλιτεκνίας ἀπόλαυσιν’; Δεν είμαι σίγουρος γι’αυτό. Το όλο πνεύμα του Παύλου φαίνεται να μην περιστρέφει τη συνουσία γύρω από την τεκνοποιία. Αλλά έαν είναι έτσι, τότε τί γίνεται επί παραδέιγματι μ’ένα ετεροφυλόφιλο ζευγάρι, όταν η γυναίκα ξεπεράσει την αναπαραγωγική της ηλικία; Παύει το ζευγάρι να είναι ‘εἰς σάρκα μίαν’; Ή ακόμη, τί γίνεται μ’ ένα ζευγάρι που αδυνατεί να κάνει παιδιά; Μήπως είναι ο σεξουαλικός πληθωρισμός κι η εναλλαγή πολλαπλών συντρόφων, που όχι σπάνια χαρακτηρίζει μια ομοφυλοφιλική ερωτική συμπεριφορά, που απάδει προς την χριστιανική αλήθεια; Κι είναι άραγε το τελευταίο ένα εγγενές και συμφυές χαρακτηριστικό μιας τέτοιας συμπεριφοράς ή μάλλον μια αναγκαιότητα, η οποία πηγάζει από την κατακραυγή μιας προκατειλημμένης αρνητικά κοινωνίας; Ή μήπως ,τέλος, σε αυτήν την καταδίκη κρύβεται ο σπόρος μιας ex principio απόρριψης κάθε σαρκικής ηδονής, που ακόμη κι εάν δεν αρθρώνεται, αποκαλύπτεται ακριβώς εκεί όπου η ερωτική συνεύρεση έχει αυτοσκοπό την απόλαυση και μόνον και κανέναν άλλον; Αυτό αποτελεί ένα ακανθώδες ερώτημα με μια πιθανώς εξίσου ακανθώδη απάντηση…
Θα μπορούσε φυσικά να αντιτείνει κανείς: ‘και τί νόημα έχουν όλα τα παραπάνω;’ Τί σημασία έχει πραγματικά στις μέρες μας τί πιστεύει η εκκλησία στις δυτικές κοινωνίες μετά τη σεξουαλική απελευθέρωση των δεκαετιών του ’60 και ’70 και την ερωτική χειραφέτηση των ανθρώπων; Ποιός πραγματικά νοιάζεται γι’αυτό; Η απάντηση είναι ότι κάποιοι, έστω και λίγοι, νοιάζονται ακόμη. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Αυτή η επί αιώνες δαιμονοποίηση της σεξουαλικότητας έχει διαποτίσει τόσο βαθειά τις δυτικές κοινωνίες, που ακόμη και σήμερα οι γονείς να δυσκολεύονται να μιλήσουν στα παιδιά τους για το σεξ, τον αυνανισμό, το ‘πώς γίνονται τα παιδιά’ και άλλα συναφή. Το ίδιο δυσκολεύεται και το σχολείο, με την σεξουαλική διαπαιδαγώγηση να αγωνίζεται να παρεισφρύσει στο διδακτικό πρόγραμμα, σε κάποιες χώρες με περισσοτέρη και σε κάποιες άλλες με λιγότερη επιτυχία. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έχουν γίνει βήματα φιλελευθεροποίησης τόσο στην αντίληψη των σύγχρονων γονιών όσο και του σχολείου. Οι νέοι σήμερα μιλούν πιο ελεύθερα στους γονείς τους και οι τελευταίοι αισθάνονται πιο άνετοι να ακούσουν, όταν φυσικά βρίσκουν χρόνο να κάτσουν δίπλα στα παιδιά τους…Όμως, ποιά είναι τα δεδομένα για τη σεξουαλικότητα των νέων σήμερα; Σ’ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του ο Economist έναν χρόνο πριν κατέληγε στο συμπέρασμα ότι οι έφηβοι και οι νέοι σήμερα είναι πολύ λιγότερο ‘ηδονιστές’ σε σχέση με παλαιότερα *****. Σε μελέτη του πανεπιστημίου του San Diego, την οποία επικαλείται το άρθρο, το ποσοστό των Αμερικανών ηλικίας 20-24 που δεν είχε καμμία σεξουαλική σχέση έχει ανέλθει στο 15.2% έναντι 6.3% στα τέλη της δεκαετίας του ’60. Στη δε Ιαπωνία το ποσοστό αυτό φτάνει στο 47% των ανύπαντρων νέων σε σχέση με 34% το 2002. Πολλές είναι οι ερμηνείες που προσφέρει το άρθρο προκειμένου να εξηγήσει το φαινόμενο. Μια εξ’αυτών είναι και η κατάχρηση των smartphones και του internet από τους νέους. Ο χρόνος που οι 15χρονοι στις πλούσιες χώρες της Δύσης καταναλώνουν online στο κινητό τους τηλέφωνο είναι κατά μέσο όρο 146 λεπτά την ημέρα έναντι 105 το 2012. Και φυσικά το internet προσφέρει την ποικιλία μιας απίστευτα εύκολα προσβάσιμης πορνογραφίας, που έρχεται να ‘καλύψει’ τις σεξουαλικές ορμές των νέων. Γιατί ένας έφηβος ή ένας νέος ενήλικας να βγεί από το δωμάτιό του/της και να αναζητήσει αλλά και να διεκδικήσει έναν σύντροφο; Γιατί να βιώσει την αμηχανία της προσέγγισης και την απογοήτευση της απόρριψης; Γιατί να διακινδυνεύσει αφροδίσια νοσήματα ή μιαν ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη; Δεν είναι όλα πιο απλά online; Στον πυρήνα του αυτό φαίνεται να είναι ένα πρόβλημα επικοινωνίας των νέων, εάν είναι πρόβλημα και όχι απλώς μια διαφορετική γενιά που έχει μάθει να επικοινωνεί online, να ανταλλάσει κουτσομπολιά, νέα, ενίοτε γυμνές φωτογραφίες, αλλά όχι σωματικά υγρά… Όμως, όπως και να έχει, δεν μπορώ να μη σκεφτώ ότι ο άνθρωπος δεν κάνει έρωτα μόνο για να ικανοποιήσει τα ορμέμφυτά του, ο άνθρωπος κάνει έρωτα για να αισθανθεί την έκσταση της ανθρώπινης επαφής, την ανατριχίλα ενός χαδιού ή ενός ψιθυρίσματος στο αυτί, τη θέρμη της ένωσης με το σύνευνο κορμί· ο έρωτας είναι ποίηση. Και μια τέτοια ποίηση κανένα site νομίζω δεν μπορεί να προσφέρει στη διψασμένη ψυχή ενός νέου ανθρώπου, γεμάτου ορμές κι επιθυμίες, γεμάτου λαχτάρα για ζωή. Αυτή την ιερή πληρότητα του έρωτα, αυτό το ιερό άγγιγμα σωμάτων και ψυχών, αυτήν τη χαρά της ζωής ας μη στερήσει ο σύγχρονος πολιτισμός μας από τους νέους. Ας μη καταλήξουμε να γίνουμε αγροίκοι. Ας ακούσουμε προσεκτικά τους ποιητές…
Δὲν ἐδεσμεύθηκα.Τελείως ἀφέθηκα κ’ἐπῆγα
Στὲς ἀπολαύσεις, ποὺ μισὸ πραγματικές,
μισὸ γυρνάμενες μές στὸ μυαλό μου ἦσαν,
ἐπῆγα μές στὴν φωτισμένη νύχτα.
Κ’ἤπια ἀπό δυνατὰ κρασιά, καθώς
ποὺ πίνουν οἱ ἀνδρεῖοι τῆς ἡδονῆς.
(Ἐπῆγα, Κ. Καβάφης, 1913)
* Ελεύθερη μετάφραση από τα Αγγλικά από τον συγγραφέα του κειμένου.
** ‘The final Retreat’, Stephen Hough, Sylph editions, 2018.
*** ‘Nichomachean Ethics’, Aristotle, translated by H. Rackham, Loeb Classical Library, Harvard University Press, 1934.
**** ‘Ενάντια στη θρησκεία’, Χρήστος Γιανναράς, Ίκαρος, 2010.
***** ‘Teenagers are better behaved and less hedonistic nowadays: but they are also lonelier and more isolated’, January 10th 2018, Economist.
Ο πίνακας είναι του Νορβηγού ζωγράφου Edvard Munch (1863-1944) και αποτελεί μια από τις πολλές εκδοχές του μοτίβου του Φιλιού που φιλοτέχνησε ο ζωγράφος. Σ’αυτήν την εκδοχή με τίτλο ‘Φιλί δίπλα στο παράθυρο’ από τα 1892, τα δυο αφηρημένα πρόσωπα και σώματα φαίνονται να είναι αδιάσπαστα και αδιαχώριστα, φαίνονται να ‘λιώνουν’ σ’ένα αμάλγαμα, σε μια ‘μάχη μεταξύ άνδρα και γυναίκας που την ονομάζουμε έρωτα’, σύμφωνα με τα ίδια τα λόγια του καλλιτέχνη. Το έργο βρίσκεται στο Μουσείο Munch του Όσλο.
Τον έρωτα και τα πάθη του έχει τραγουδίσει ο λαός μας με αλήθεια κι αρχοντιά. Παρακάτω ένα παραδοσιακό της Καλύμνου. ‘Μαραίνομ’ως μαραίνεται το ρόδο το κομμένο, όσα τραβώ για λόγου σου, Μαρούλι, έτσ’ήτανε γραμμένο’.