Βασιλιάς Χάος

‘Dear daughter I confess that I am old. Age is unnecessary’ 

King Lear, Act 2, Scene 4

Πρόσφατα έπεσε στα χέρια μου η μετάφραση του ‘Βασιλιά Ληρ’ του William Shakespeare από τον Διονύση Καψάλη. Το διάβασμα του έργου αυτού έγινε η αφορμή να ξαναδώ την ταινία ‘Ran’ του Akira Kurosawa από το 1985. Στην ταινία αυτή, το τελευταίο αληθινό αριστούργημα του Ιάπωνα κινηματογραφιστή, η έμπνευση έρχεται ευθέως από τον ‘Βασιλιά Ληρ’ και μπολιάζεται με την ιαπωνική μυθολογία. Όπως ακριβώς ο Ληρ στο γέρμα της ζωής του αποφασίζει να μοιράσει το βασίλειο του στις τρεις θυγατέρες του, έτσι και ο άρχοντας της ταινίας, ο Hidetora, αποφασίζει να μοιράσει τη γη που με τόσο κόπο απέκτησε στους τρεις γιους του. Ο μικρότερος γιος Saburο, το αρσενικό ανάλογο της Cordelia, θα αρνηθεί να επιδαψιλεύσει φιλοφρονήσεις στον πατέρα του, θα έρθει αντιμέτωπος με το μένος του και θα γίνει απόκληρος. Οι δυο μεγαλύτεροι γιοι του Hidetora, επιτομή της υποκρισίας και τυφλωμένοι από το πάθος της πλεονεξίας θα στραφούν εναντίον του ίδιου του πατέρα τους και των 30 εμπίστων σαμουράι που έχει κρατήσει για τον εαυτό του. ‘Μονάχα τα πουλιά και τα κτήνη ζούνε μόνα τους…’. Η σχεδόν δεκαπεντάλεπτη σκηνή της επίθεσης στο κάστρο του Hidetora από τους δυο γιους του αποτελεί αναμφίβολα μια από τις ομορφότερες δημιουργίες στην ιστορία του σινεμά.

Το poster είναι μια δημιουργία του Kevin Tong

Όταν η επίθεση αρχίζει ο Kurosawa παύει όλους του φυσικούς ήχους που μέχρι εκείνη τη στιγμή επικρατούν στο φιλμ και αφήνει την μουσική του Tōru Takemitsu να πλημμυρίσει τις εικόνες της καταστροφής και του χάους. Ran στα ιαπωνικά σημαίνει ‘χάος’ και αυτό ακριβώς βλέπουμε να εκτυλίσσεται μπροστά μας σ᾽αυτήν την σκηνή. Η σφαγή είναι ολοκληρωτική. Η μορφή του Hidetora τραγική. Όταν θα συνειδητοποιήσει ότι αυτοί που τού επιτίθενται και σκοτώνουν τους ανθρώπους του είναι το ίδιο του το αίμα και αντιληφθεί ότι οποιαδήποτε αντίσταση θα ήταν μάταιη θα καθίσει οκλαδόν στο πάτωμα, άπραγος, ακίνητος, τραγικά αδύναμος να προχωρήσει στο ‘αξιοπρεπές’ seppuku, περιμένοντας στωικά κάποιος άλλος να τόν οδηγήσει στον θάνατο. Το αποστεωμένο πρόσωπο του απεικονίζεται τεφρώδες, τα μάτια του αιμοβαφή, το βλέμμα του καθηλωμένο στο άπειρο. Και γύρω του πυρακτωμένα βέλη ‘χορεύουν’ στον ήχο μιας σπαρακτικής μακράς μελωδίας, που θα διακοπεί απότομα από τα πυρά που θα ρίξουν νεκρό καταγής τον μεσαίο γιο . Όταν πλέον όλοι οι σαμουράι και οι παλλακίδες του Hidetorα είναι νεκροί, το δράμα θα φτάσει στην κορύφωσή του. Ο ουρανός-καθρέπτης όσων συμβαίνουν στη γη- είναι γεμάτος βαριά μαύρα σύννεφα τον ‘ἥλιον κρύψαντα’· ουρανός, πυκνός καπνός, κάστρο και γη αποτελούν το γκρίζο χρώμα του κάδρου σε μιαν αδιάσπαστη ενότητα. Τα μόνα θερμά χρώματα που διαταράσουν το γκρίζο είναι ένα καθημαγμένο κόκκινο και ένα λαμπερό κίτρινο από τα λάβαρα των δυο αδελφικών στρατιών· και στην κορυφή της εικόνας το πυρ να αναλώνει ανελέητα τα αρχοντικά δώματα. Μέσα σ’αυτό το ζοφερό σκηνικό του θανάτου και της απόλυτης καταστροφής θα εμφανιστεί ο άλλοτε πανίσχυρος άρχοντας, μια λευκή στο ρούχο και το δέρμα μορφή, ένα ανθρώπινο ράκος, ένας συντετριμένος άνθρωπος που με κάθε ασταθές του βήμα βυθίζεται όλο και πιο βαθειά στην παραφροσύνη. Προχωράει αργά τρεκλίζοντας ανάμεσα στους δυο αμήχανους στρατούς που τόν παρατηρούν, βγαίνει από το κάστρο και χάνεται σ’ένα σεληνιακό τοπίο αποκάλυψης.

Το χάος αυτό όμως δεν είναι το αποτέλεσμα μόνο της πλεονεξίας των δυο μεγαλύτερων γιων του Hidetora αλλά συνέπεια και των πράξεων του ιδίου. Στην αέναη περιπλάνηση του στους τόπους της άλλοτε επικράτειάς του, πάντοτε συνοδευόμενος από τον πιστό του τρελό όπως και στο σαιξπηρικό δράμα, θα συναντήσει ουκ ολίγα θύματα της καταστροφικής μανίας για δύναμη κι εξουσία, που είχε επιδείξει στο παρελθόν. Ένα από τα θύματα του είναι κι ο νεαρός Tsurumaru στην καλύβα του οποίου θα βρει καταφύγιο ο Hidetora και στην οποία θα εξελιχθεί μια ακόμη μοναδικής αλήθειας και ποίησης σκηνή του έργου. Εδώ φαίνεται ξανά ευθεία η σύνδεση με το σαιξπηρικό έργο και την σκηνή της καλύβας του Κεντ στην οποία θα βρει καταφύγιο από την μαινόμενη καταιγίδα ο Ληρ. Μες στην καλύβα επικρατεί το απόλυτο σκοτάδι· ο Tsurumaru είναι τυφλός και δεν έχει ανάγκη φωτός. Ο Hidetora έχει κάψει το κάστρο του, σκοτώσει την οικογένειά του και εξορύξει τα μάτια του. Ο πιστός ακόλουθος του, ο μόνος που έχει πλέον απομείνει κοντά του μαζί με τον τρελό, θα ανάψει μια φλόγα ισχνή αλλά ικανή να βάψει όλο το κινηματογραφικό κάδρο στις αποχρώσεις του chiaroscuro. To πρόσωπο του άρχοντα θα φωτιστεί έντρομο όταν αντικρίσει μπροστά του τα έργα των χειρών του· την απόλυτη δυστυχία που ο ίδιος έχει προκαλέσει. Ο νεαρός τυφλός γίνεται το κάτοπτρο μέσα στο οποίο ο Hidetora  θα δει την ίδια την ψυχή του και θα τρομάξει από την ασχήμια της. Ο Tsurumaru θα τού πει πόσο δύσκολη βρίσκει την συγχώρεση, θα πάρει στα χέρια το φλάουτό του και θα προσφέρει στον ‘καλεσμένο’ του, αντί άλλης φιλοξενίας, μια ‘σκληρή’, ανατολίτικη μελωδία. Μια μελωδία αρχέγονη, απλή, σαν συριγμός, σαν κραυγή, σαν τον φρενοδαλή ήχο των Ερινυών, που ο Hidetora είναι αδύνατον να αντέξει και η οποία θα τόν οδηγήσει βίαια έξω από την ταπεινή καλύβα. 

Συγκλονιστική όμως είναι και η τελική σκηνή του έργου. Ο Saburο θα αποδειχθεί τελικώς ο μόνος πιστός γιος, που θα έρθει να σώσει τον πατέρα του από τα στοιχεία της φύσης και τους ανθρώπους. Ο Kurosawa δημιουργεί εδώ μια σκηνή ανεπανάληπτης τρυφερότητας, ευθέως αντίθετη σε όλη την αγριότητα που μάς έχει ανάγλυφα δείξει έως εκείνη τη στιγμή. Ο καταρρακωμένος άρχοντας βρίσκεται καβάλα στο άλογο του Saburο κι ακουμπά στοργικά το πρόσωπό του στην πλάτη του γιου του λέγοντας τού πόσο πολύ θα ήθελε να μιλήσουν και πόσα πολλά θα είχε να τού πει. Έχω πολλές ιστορίες να σού πω, πολλή συγχώρεση να ζητήσω’. Δυστυχώς όμως το δράμα δεν έχει τελειωμό. Αδέσποτα πυρά θα ξαπλώσουν νεκρό καταγής και τον Saburο και ο Hidetora μη μπορώντας να αντέξει κι αυτό το χτύπημα της μοίρας θα ξεψυχήσει πάνω στο σώμα του νεκρού του γιου. Ξεψυχά όπως ακριβώς κι ο Ληρ κρατώντας στα γέρικα χέρια του το κορμί της αγαπημένης του Cordelia. To λυκόφως έχει πλέον απλωθεί στην κτίση κι ένα θαμπό κίτρινο φως μένει μόνο να φωτίζει την τελική σκηνή του δράματος. Τα δυο νεκρά κορμιά φέρονται πάνω σε αυτοσχέδια φέρετρα σε μια νεκρική πομπή που ‘σπαράσσεται᾽ από μια μελωδία εμπνευσμένη από το τρίτο μέρος της 1ης συμφωνίας του Mahler. Και εκεί πάνω στους βράχους αυτού του αποκαλυπτικού τοπίου, στο χείλος της αβύσσου, μπροστά στο χάος με την αρχετυπική πλέον έννοια του όρου, βρίσκεται ο Tsurumaru με το ραβδί του και μια εικόνα του Βούδα στα χέρια περιμένοντας ποιός ξέρει τί…θα τρεκλίσει για μια στιγμή και η εικόνα θα πέσει στην άβυσσο. Ο Kurosawa θα εστιάσει την κάμερα του στην γαλήνια μορφή του θεού και μετά θα ‘ανοίξει’ το πλάνο για να μάς δείξει τί είναι τελικά ο άνθρωπος. Μια μικροσκοπική φιγούρα στις παρυφές του απείρου, μόνος, εγκαταλελειμμένος, ξεχασμένος από τον Θεό…

To poster είναι μια δημιουργία του Abdi Adam

Ο Ληρ είναι κατά τη γνώμη μου πρωτίστως μια μελέτη πάνω στο γήρας και την φυσική φθορά. Το ‘μη αναγκαίο’, το λυγρόν γήρας, που αναπόφευκτα συνοδεύεται από την φυσική και πνευματική αδυναμία, την ανασφάλεια, τον εγωισμό, το πείσμα, το αλύγιστο φρόνημα, τον τρόμο του θανάτου. Είναι όμως και μια μελέτη πάνω στην ανθρώπινη αγριότητα, στην αυτοκαταστροφική μανία, στα πάθη και στην ηθική φθορά, χωρίς όμως ίχνος ηθικισμού ή διάθεσης διδαχής. Ο Shakespeare, κατά πως πιστεύουν οι ειδικοί, δεν είχε καμμιά συγκεκριμένη ηθική ή θρησκευτική αναφορά και γι’ αυτό δεν υπάρχει ‘ηθικό δίδαγμα’ στα έργα του, όπως ακριβώς και σ’αυτά της αττικής τραγωδίας. Ίσως αυτός να ήταν και ο λόγος που ο πιστά προσηλωμένος σ’έναν αξιακό κώδικα Τολστόι υπήρξε τόσο δεινός επικριτής του. Ο Shakespeare είναι πάνω απ’όλα ένας άριστος ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής τήν οποία παρατηρεί μ’ένα λαγαρό και αμερόληπτο βλέμμα και τήν οποία απεικονίζει με την γραφίδα του όπως ακριβώς είναι, ούτε καλύτερη ούτε χειρότερη. Και είναι πράγματι τί άλλο παρά απόδειξη της μεγαλοσύνης του ότι τα έργα του έφτασαν να συγκινήσουν την ψυχή ενός δημιουργού στην άλλη άκρη της γης, με εντελώς διαφορετική κουλτούρα και παραδόσεις, σχεδόν τέσσερις αιώνες αργότερα. Και όχι μόνο να συγκινήσουν αλλά και να γίνουν αφορμή για αναστοχασμό και αναδημιουργία. Ο Kurosawa θα κατορθώσει μέσω μιας άλλης τέχνης, με τον ‘χρωστήρα’ της κάμερας του, να διασώσει ατόφιο το πνεύμα του μεγάλου βάρδου και να τό πάει ακόμη παραπέρα. Ας μην ξεχνάμε ότι είχε άλλωστε ζήσει έναν πόλεμο και είχε βιώσει τον τρόμο του πυρηνικού ολέθρου, που αποτελεί ότι πλησιέστερο στην ολοσχερή καταστροφή έχει ποτέ αγγίξει η ανθρωπότητα. Στοχαζόμενος πάνω σε αυτές του τις εμπειρίες κι έχοντας ζήσει 75 χρόνια πολυτάραχης ζωής, ο μέγας Ιάπωνας μάς αφήνει ως κληρονομιά αυτήν την στερνή ‘κραυγή’. ‘Πού είναι ο Θεός;’ Ο Θεός δεν πέθανε. Αλλά δυστυχώς μάς έχει εγκαταλείψει… 

Πηγές 

‘Βασιλιάς Ληρ’, William Shakespeare, εισαγωγή & μετάφραση Διονύση Καψάλη, εκδόσεις Άγρα, 2020

-‘The Western Canon: the books and school of the Ages’, Harold Bloom, Riverhead books, 1995

Το πόστερ της ταινίας πάνω από τον τίτλο του κειμένου είναι μια δημιουργία του Tony Stella.

Δείτε στο παρακάτω βίντεο μερικές από τις ωραιότερες σκηνές του φιλμ.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s