Λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα μερικές σκέψεις γεννιούνται στον νου με αφορμή την περίπτωση του ηθοποιού Σερβετάλη που πριν μερικούς μήνες συζητήθηκε και σχολιάστηκε στην Ελλάδα. Σε ένα περιβάλλον παρατεταμένης επί μακρόν πανδημίας και με την διελκυστίνδα μεταξύ εμβολιασμένων και αντιεμβολιαστών καλά να κρατεί η περίπτωση παραμένει εντελώς επίκαιρη. Οι σκέψεις αυτές θα μπορούσαν να συγκεφαλαιωθούν σε τρεις λέξεις: ευθυκρισία, πίστη, ενσυναίσθηση.
Η υπόθεση είναι λίγο έως πολύ γνωστή. Ένας ηθοποιός με συγκεκριμένα θρησκευτικά πιστεύω, ανεμβολίαστος ο ίδιος, έκανε γνωστή στους παραγωγούς του θεατρικού έργου όπου πρωταγωνιστούσε την απόφαση του να σταματήσει να παίζει για ένα κοινό αποκλειστικά εμβολιασμένων μετά τα μέτρα της κυβέρνησης να απαγορευτεί η είσοδος ανεμβολίαστων στα θέατρα. Από ό,τι καταλαβαίνω ο ηθοποιός είχε ενημερώσει τους θεατρικούς παραγωγούς και συντελεστές της παράστασης καιρό πριν την οικειοθελή του αποχώρηση. Το θέατρο έκλεισε για κάποιες μέρες. ‘Περισσόφρονες’ σχολιαστές σε ‘έγκριτα’ μέσα ενημέρωσης έσπευσαν να κατηγορήσουν τον ηθοποιό ότι έγινε αυτός η αιτία να μείνουν χωρίς εργασία οι συνάδελφοί του και μάλιστα αναρωτήθηκαν πού είναι η ‘χριστιανική αγάπη του για τον συνάνθρωπο’; Γιατί είναι άραγε τόσο δυσχερής η ευθεία κρίση και επεξεργασία της πραγματικότητας; Δεν είναι ελεύθερος ο κάθε εργαζόμενος να αποχωρήσει από μια εργασία εάν θεωρεί ότι αυτή θίγει τις αξίες τις οποίες πρεσβεύει εφόσον ενημερώσει έγκαιρα και δώσει επαρκή χρόνο στην επιχείρηση προκειμένου να τόν αντικαταστήσει; Εάν η επιχείρηση δεν έλαβε σοβαρά υπόψιν τις προειδοποιήσεις και ανησυχίες του ηθοποιού και δεν μερίμνησε έγκαιρα για την αντικατάσταση του, δεν είναι αυτοί υπεύθυνοι για το κλείσιμο του θεάτρου; Και αλήθεια δεν θα πρέπει να υπάρχει πάντοτε κάποιος αντικαταστάτης έτοιμος να αναλάβει σε περίπτωση που κάτι απροσδόκητο συμβεί σε έναν ηθοποιό και αυτός δεν μπορεί να συνεχίσει; Η έλλειψη επαγγελματισμού και πρόνοιας από την πλευρά της θεατρικής επιχείρησης γιατί θα πρέπει να αποδοθεί στον ηθοποιό; Τρεις ερμηνείες μπορούν κατά την γνώμη μου να εξηγήσουν αυτά τα σχόλια: λαϊκισμός, μεροληψία υπέρ των εμβολιασμών και ‘μένος’ εναντίον οποιουδήποτε είναι ανεμβολίαστος ή αδυναμία στοιχειώδους λογικής ανάλυσης όσων συμβαίνουν γύρω μας…
Η δεύτερη σκέψη αφορά στην πίστη. Η πίστη αποτελεί μεγάλη δύναμη για τον άνθρωπο. Η πίστη σε οτιδήποτε. Δίνει νόημα και σκοπό στην ζωή του. Ειδικότερα όμως η θρησκευτική πίστη, νομίζω, ότι δεν θα πρέπει να διατυμπανίζεται. Ο Σερβετάλης σε αρκετές τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές συνεντεύξεις του, και ειδικότερα μετά την ταινία για την ζωή του Αγ. Νεκταρίου, μπήκε στον πειρασμό ερωτώμενος από δημοσιογράφους, να μιλήσει για την πίστη του στον Θεό και την προσωπική μεταστροφή του από μια κατάσταση ανοημάτιστου βίου σε μια προσπάθεια προσέγγισης του θείου. Παρότι είναι ενδιαφέρουσα μια τέτοια ιστορία, πιστεύω ότι η σχέση του ανθρώπου με το θείο είναι μυστική και πρέπει να μένει τέτοια. Η πορεία προς τα εκεί είναι βαθειά προσωπική και δεν χρειάζεται να μοιράζεται με άλλους δημόσια. Πιστεύω ότι κανείς άλλος παρά μόνο αυτός που διανύει μια τέτοια πορεία μπορεί να κατανοήσει ειλικρινά αυτήν την σχέση και η πιθανότητα παρερμηνείας από άλλους είναι πολύ σοβαρή. Εάν από την άλλη μεριά αυτός που προβαίνει στην ‘εξομολόγηση’ εμφορείται από ιεραποστολικό ζήλο και θέλει να πείσει και άλλους να τόν ακολουθήσουν στον δρόμο του, ματαίως το πράττει, γιατί δεν χρειάζεται. Δεν χρειάζονται φρυκτωρίες αλήθειας. Όλοι γνωρίζουν για τον Χριστό, ξέρουν πού θα Τόν βρουν και πώς να Τόν απαντήσουν. Την ίδια στιγμή φαντάζει εξαιρετικά λεπτή η ισορροπία μεταξύ πίστης και λογικής. Η χριστιανική πίστη προϋποθέτει την υπακοή, αφού αυτή θα οδηγήσει στην υπέρβαση του εγωισμού και θα ανοίξει προοπτικές που δεν μπορούν να φανούν όταν εγκλωβίζεται κανείς στην ειρκτή του Εγώ. Ποιά είναι όμως τα όρια της υπακοής; Ποιά είναι τα όρια της εμπιστοσύνης, εάν υπάρχουν τέτοια; Εάν ο πνευματικός προτρέπει κάποιον πιστό να μην εμβολιαστεί θα πρέπει αυτός να κάνει υπακοή και να αγνοήσει την κοινή λογική; Και όταν είναι κανείς στην δημόσια σφαίρα και τα λόγια του μπορούν να επηρεάσουν και πολλούς άλλους δεν θα πρέπει να έχει συναίσθηση της ευθύνης του;
Η τρίτη σκέψη αφορά στον διχασμό μεταξύ ‘οπαδών’ του εμβολιασμού και αντιεμβολιαστών όχι μόνο στην ελληνική αλλά και σε πολλές άλλες κοινωνίες ανά την υφήλιο. Πάντοτε οι άνθρωποι βρίσκουμε κάτι να μάς διαιρεί. Πάντοτε είμαστε έτοιμοι στα χαρακώματα για την αιματηρή σύγκρουση. Πριν όμως την ολομέτωπη επίθεση μήπως οφείλει κανείς να αναλογιστεί γιατί κάποιοι άνθρωποι-και δεν είναι λίγοι-αρνούνται να εμβολιαστούν; Τότε θα διαπιστώσει ότι συχνά η αιτία είναι ο φόβος, φόβος για πιθανές παρενέργειες, που είναι τόσο μεγάλος ώστε ξεπερνάει ακόμη και αυτόν της βαριάς νόσησης από τον ιό. Δίπλα στον φόβο αγχιβατεί η έλλειψη εμπιστοσύνης σε κυβερνητικές και επιστημονικές αρχές, που οφείλει κανείς να ομολογήσει ότι έχουν λάβει ουκ ολίγες πρόχειρες, συχνά βασισμένες σε ισχνά επιστημονικά δεδομένα, αποφάσεις πανικού, σχοινοβατώντας σ’ένα πρωτόγνωρο για την εποχή μας επιδημικό περιβάλλον. Αντί λοιπόν για μια μετωπική σύγκρουση με τους αντιεμβολιαστές, μήπως θα έπρεπε να είχε καταβληθεί μεγαλύτερη προσπάθεια στο να εξηγηθεί στο ευρύ κοινό τί είναι τα εμβόλια, πόσο ασφαλή είναι, τί σημαίνουν με απλά λόγια τα στατιστικά δεδομένα με τα οποία βομβαρδίζεται καθημερινά ο ‘μέσος άνθρωπος’, καθώς και ότι η επιστήμη σχεδόν πάντοτε λειτουργεί με πιθανότητες και όχι με βεβαιότητες. Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ένας άνθρωπος που είναι σε πλήρη σύγχυση, φοβισμένος, αδύναμος να κατανοήσει τα γεγονότα ρέπει πιο εύκολα στον παραλογισμό. Μήπως θα έπρεπε να αφιερωθούν πόροι, χρόνος και κόπος από τις αρμόδιες αρχές και τους ειδικούς στην ψύχραιμη ενημέρωση του κόσμου; Και μήπως εάν γινόταν κάτι τέτοιο δεν θα ήταν αναγκαία τα υποχρεωτικά μέτρα που η ελληνική και άλλες κυβερνήσεις υποχρεώθηκαν από τις συνθήκες να λάβουν; Δυστυχώς δεν είναι στο χέρι μας να ελέγξουμε τις επιλογές των αρμοδίων. Αυτό που μπορεί όμως ο καθένας από εμάς πιστεύω να κάνει είναι να προσπαθήσει να μπεί στην θέση του άλλου και να επιχειρήσει να τόν καταλάβει πριν αρχίσει να ξιφουλκεί. Ενσυναίσθηση θαρρώ λέγεται στα ελληνικά αυτή η ιδιότητα. Καινούρια λέξη στην ελληνική γλώσσα, προαιώνια όμως ανάγκη για τον άνθρωπο…
Καλά Χριστούγεννα σε όλους
Η εικόνα είναι μια αυτοπροσωπογραφία του εξπρεσιονιστή ζωγράφου μας Γιώργου Μπουζιάνη (1885-1959).
To 1986 o Vladimir Samoylovich Horowitz (1903-1989) επιστρέφει στην Ρωσία μετά από 61 χρόνια εξορίας στην Αμερική και δίνει ένα ρεσιτάλ μπροστά σε ένα μαγεμένο Μοσχοβίτικο κοινό που έμεινε στην ιστορία της μουσικής. Από εκείνο το ρεσιτάλ ακούστε εδώ πώς ερμηνεύει μια σπουδή του Alexander Nikolayevich Scriabin (1871-1915). Στα 83 του χρόνια είχε πλέον αγγίξει τον πυρήνα αυτής της μουσικής αναδεικνύοντας με τόση ποιητικότητα όλες τις κρυφές φωνές που κρατάει ερμητικά μέσα της η τέχνη του μεγάλου μυστικιστή…