Αγία περιέργεια…

‘Logic and sermons never convince 

The damp of the night drives deeper into my soul

Only what proves itself to every man and woman is so

Only what nobody denies is so.’

‘Song of myself’, Walt Whitman, 1855

Η ταινία του Γιώργου Λάνθιμου Poor things είναι καταρχάς μια ευφρόσυνη εικαστική εμπειρία. Η πρώτη ύλη που δομεί τη λογοτεχνία είναι η λέξη. Οι λέξεις διαπλέκονται σε προτάσεις, οι προτάσεις σχηματίζουν παραγράφους κι οι παράγραφοι μορφοποιούν κείμενα που εκφράζουν ιδέες. Στο σινεμά η πρώτη ύλη είναι η εικόνα. Η γωνία λήψης, η θέση που είναι τοποθετημένα τα πρόσωπα και τα αντικείμενα, η σχέση μεταξύ τους, το χρώμα, η ένταση του φωτός, οι σκιές. Μέσα από την εικόνα ο δημιουργός επιχειρεί να διηγηθεί μια ιστορία και εν τέλει να εκφράσει τις ιδέες του. Προκειμένου να αρέσει ένα έργο τέχνης, θα πρέπει, νομίζω, πρώτα και κύρια να γοητεύσει η πρώτη ύλη από την οποία είναι φτιαγμένο. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και με το Poor things. Η απίστευτη ομορφιά κι η συναρπαστική ιδιαιτερότητα των εικόνων του Λάνθιμου με αιχμαλώτισε από τα πρώτα κιόλας λεπτά του φιλμ. Το εικαστικό σύμπαν του είναι ένα συνονθύλευμα πολλών και διαφορετικών επιρροών και πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς άλλωστε; Σε αυτό το σύμπαν είδα Gaudí· στην αρχιτεκτονική των σπιτιών και των εσωτερικών χώρων. Είδα Escher· σε εικόνες καμπυλωμένες σαν από αντανάκλαση μέσα από μια στρόγγυλη κρυστάλλινη σφαίρα. Είδα Toulouse-Lautrec· στην απεικόνιση της ματρόνας του παρισινού μπορντέλου. Είδα Lewis Carroll. Στην ‘Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων’ μια λέξη-κλειδί που επαναλαμβάνεται συχνά είναι η λέξη ‘queer’, καθώς βλέπουμε ζώα να μιλάνε με ανθρώπινη λαλιά, την κάμπια να φοράει ένα τούρκικο φέσι και να καπνίζει τον αργιλέ της, τον λαγό να απολαμβάνει το τσάι του και τον αστακό να… χορεύει καντρίλια. Τα όρια της λογικής δοκιμάζονται σε κάθε φράση και εικόνα του έργου…Τέτοιες παραμυθικές queer παραστάσεις πλάθει κι ο Λάνθιμος. Στη βικτωριανή έπαυλη του ‘πειραματικού’ χειρουργού Godwin βλέπουμε παράξενα υβριδικά πλάσματα να ακολουθούν την ‘αφελή’ ηρωίδα Bella Baxter· κάποιο με κεφάλι χήνας και πόδια κουταβιού και κάποιο άλλο με κεφάλι πάπιας και κορμό κατσίκας… Αλλά παραμυθικές είναι κι εικόνες από τα ταξίδια της Bella στον κόσμο· μια Λισαβώνα φουτουριστική με ιπτάμενα αυτοκινούμενα, ένα πλοίο σαν βγαλμένο από περιπέτεια του Ιουλίου Βερν να διασχίζει μια βαθυκύανη θάλασσα, μια Αλεξάνδρεια λουόμενη σ’ένα ηλεκτροφαές δειλινό. Η σαγήνη της μαυρόασπρης εικόνας εναλλάσσεται μαστορικά μ’αυτήν των έντονων και ζωηρών χρωμάτων, όπως τέτοιες είναι άλλωστε κι οι εμπειρίες της Bella καθώς αυτή ανακαλύπτει τον μεγάλο κόσμο. Όλη αυτή η εικονοποιία του Λάνθιμου, υπερβολική, ετερόκλητη, προκλητική, ενοχλητική, ανίερη, γοητευτική με μάγεψε για σχεδόν δυόμιση ώρες χωρίς αυτή η μαγεία να φθίνει ούτε κατ’ελάχιστον μέχρι τους επίσης γοητευτικούς τίτλους τέλους.

Αυτοπροσωπογραφία μέσα από σφαιρικό καθρέπτη’, λιθογραφία, M.C. Escher, 1935

Η Bella είναι κι αυτή η ίδια ένα υβρίδιο· κορμί ενήλικης γυναίκας με εγκέφαλο βρέφους, ο οποίος εξελίσσεται δυσανάλογα σε σχέση με το σώμα που τον φιλοξενεί. Ο Alasdair Gray, συγγραφέας του ομώνυμου βιβλίου στο οποίο στηρίχτηκε το φιλμ, στοχάζεται, νομίζω, πάνω στο πως θα μπορούσε ένας άνθρωπος να εξελιχθεί ψυχικά και πνευματικά, εάν έμενε ανέπαφος από τις κοινωνικές, ηθικές και διανοητικές συμβάσεις με τις οποίες αναπόφευκτα όλοι μεγαλώνουμε. Η Bella δεν έχει πάει σχολείο, δεν έχει λάβει καμμιά εκπαίδευση και δεν μεγαλώνει με το συμβατικό τρόπο διαπαιδαγώγησης μέσα σε μια ‘παραδοσιακή’ οικογένεια. Δεν έχει μητέρα ή αδέλφια κι ο Godwin δεν είναι ακριβώς ο κλασικός πατέρας…Τον βλέπουμεγια παράδειγμα να μην την ‘επαναφέρει στην τάξη’ όταν αυτή από καπρίτσιο σπάει αντικείμενα μέσα στο σπίτι ούτε να ενοχλείται όταν αυτή καλωσορίζει τον Max, βοηθό του και μετέπειτα επίδοξο μνηστήρα, με μια …γροθιά στο πρόσωπο, αντί μιας χειραψίας όπως θα περίμενε κανείς. Λίγο αργότερα η Bella θα ‘αποδράσει’ από το ‘πατρικό’ σπίτι και θα αφεθεί οιστρήλατη να γευτεί τις εμπειρίες της ζωής. Θα ανακαλύψει τον κόσμο των ιδεών, τη φιλοσοφία, τον σοσιαλισμό, την ανθρώπινη δυστυχία, τις κοινωνικές ανισότητες, τη φιλία, μα πάνω από όλα μια εντελώς απενοχοποιημένη σεξουαλικότητα. Η Bella δεν αισθάνεται ντροπή όταν σηκώνεται να χορέψει ακολουθώντας τη δική της αυθόρμητη κι αυθαίρετη χορογραφία αγνοώντας πλήρως τον τρόπο με τον οποίο κινούνται όλοι οι άλλοι γύρω της. Η  Bella δεν αισθάνεται ντροπή ούτε καν όταν αποφασίζει να εργαστεί σε ένα πορνείο προκειμένου να συνδυάσει το τερπνόν μετά του οφελίμου. Γι’αυτήν το σεξ δεν είναι μια ένοχη απόλαυση…αλλά μια…απόλαυση.

‘Στο Moulin Rouge’, λεπτομέρεια, Henri de Toulouse-Lautrec, 1893-95

Η Bella είναι tabula rasa και γι’αυτό ακριβώς δεν υπάρχει στον τρόπο που βλέπει τα πράγματα καλό και κακό, ηθικό και ανήθικο, σωστό και λάθος. Υπάρχει μια αγνή και αυθόρμητη προσέγγιση σε καθετί καινούριο που διεγείρει τη φαντασία της. Τα πάντα είναι γι’αυτήν ‘σαν ορμηνεύγει η φύση’, χωρίς πρόσημα… Άλλωστε δεν την ενδιαφέρει καθόλου τί θα σκεφτούν οι άλλοι για εκείνη! Η Bella διαθέτει όμως και κάτι ακόμη εξαιρετικά πολύτιμο. Μια άλλη λέξη-κλειδί στην ‘Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων’ είναι η λέξη περιέργεια. Η Αλίκη δεν φοβάται να χωθεί στη λαγότρυπα και να αφεθεί σε μια ελεύθερη πτώση στην περιπέτεια. Δεν φοβάται να πειραματιστεί τρώγοντας παράξενα γλυκίσματα και πίνοντας ακόμη πιο παράξενα ελιξίρια που θα αυξομειώσουν το δέμας της. Δεν φοβάται να συναναστραφεί με περίεργα όντα που ξεπερνούν τα όρια του κόσμου στον οποίο έχει μάθει να ζει. Και φαίνεται να είναι τόσο ξένη η περιέργεια στο συμβατικό μας σύμπαν που ίσως όχι  τυχαία η λέξη ‘περίεργος’ έχει διπλή έννοια: τόσο αυτήν του φιλέρευνου που αρέσκεται να ανηζητεί όσο κι αυτή του παράδοξου και αλλόκοτου. Αυτή η ‘αγία περιέργεια’ χαρακτηρίζει και τη Bella, μια περιέργεια χωρίς όρια και όρους, μια περιέργεια να δει και να δοκιμάσει τα πάντα γύρω της· εν τέλει μια περιέργεια να ανακαλύψει την ουσία και την αλήθεια της ζωής. Πώς θα ήταν άραγε ο κόσμος μας εάν διαθέταμε και εμείς μια τέτοια περιέργεια; Πώς θα ήταν ο κόσμος μας εάν ζούσαμε δίχως το έρμα των συμβάσεων που έχουμε αποδεχτεί ως κοινωνία; Πώς θα ήταν ο κόσμος μας εάν λέγαμε και κάναμε αυτό που σκεφτόμαστε χωρίς περιστροφές ή αναστολές; Πώς θα ήταν ο κόσμος μας εάν απελευθερώναμε το μυαλό μας από τα στερεότυπα και το προσφέραμε ολάνοιχτο στα ερεθίσματα αυτού του υπέροχου σύμπαντος που μας περιβάλλει; Θα ήταν ένας κόσμος-παράδεισος ή μήπως ένας κόσμος-κόλαση; Δεν ξέρω. Φοβάμαι ότι κάποια όρια είναι μάλλον αναγκαίο κακό, εάν θέλουμε να ζούμε ως συγκροτημένη κοινωνία ανθρώπων και να έχουμε μια στοιχειώδη λειτουργικότητα. Κι ακόμη η επίδραση των άλλων γύρω μας είναι τελικά τόσο καταλυτική, που κανείς δεν μπορεί πραγματικά να αναπτυχθεί σε πειραματικό σωλήνα αλώβητος από τη σκέψη και τις πράξεις των άλλων. Στο τέλος του φιλμ ακόμη κι η ελεύθερη και αντισυμβατική Bella ετοιμάζεται να ακολουθήσει τα επιστημονικά χνάρια του Godwin, το πρότυπο του οποίου είναι τόσο ισχυρό ακόμη κι όταν εκείνος έχει φύγει πλέον από τη ζωή. Η Bella έχει πλαστεί κατ’εικόνα και ομοίωση του δημιουργού της. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι κάθε φορά που απευθύνεται σ’αυτόν, τον αποκαλεί τρυφερά… God!

Εικονογράφηση του Charles van Sandwyk, από το ‘Alice’s Adventures in Wonderland’ των εκδόσεων The Folio Society, 2022

Στην προμετωπίδα βλέπετε το poster της ταινίας.

Ακούστε εδώ το φινάλε της πρωτότυπης μουσικής που συνέθεσε ο Jerskin Fendrix για το φιλμ. Όλη η μουσική είναι μια ηχητική αποκάλυψη. Εδώ συνδυάζονται το εκκλησιαστικό όργανο με τα έγχορδα και τις φωνές τις χορωδίας, που άλλοτε μελωδικές κι άλλοτε στριγκές δημιουργούν ένα ιδιότυπο μίγμα παραδοσιακής και μοντέρνας φόρμας. Είναι σαν να περιμένεις να ξεχυθεί μια φούγκα του Bach και τελικά να επικρατεί ένας ‘παράφωνος’ μινιμαλισμός…

 https://www.youtube.com/watch?v=QDeGyYvyNqs&list=RDMMQDeGyYvyNqs&start_radio=1

Σχολιάστε